- θανατοκρατία ή θανατισμός
- (thanatismus). Θεωρία, σύμφωνα με την οποία ο θάνατος έχει ως συνέπεια, όχι μόνο την κατάπαυση των φυσιολογικών λειτουργιών του σώματος αλλά και την εξαφάνιση κάθε ψυχικής ιδιότητας του ατόμου. Διατυπώθηκε από τον Γερμανό φυσιολόγο Ερνστ Χέκελ κατά το β’ μισό του 19ου αι. Ο Χέκελ υποστήριξε ότι οι λεγόμενες ψυχικές λειτουργίες του ανθρώπου δεν αποτελούν παρά το σύνολο των εγκεφαλικών του λειτουργιών και άρα είναι αδύνατον να επιζήσουν μετά τη νέκρωση του εγκεφάλου. Η έννοια της θ. συναντάται σε πολλές πρωτόγονες φυλές που δεν έχουν αναπτύξει σύνθετα και επεξεργασμένα συστήματα θρησκευτικής λατρείας. Η υλιστική θεωρία της θ. καταπολεμήθηκε από πολλούς θεολόγους και ιδεαλιστές φιλόσοφους, σύγχρονους του Χέκελ.
Dictionary of Greek. 2013.